απο το ΒΗΜΑ
Η εξάπλωση του μύκητα Ceratocystis platani που «σιγοτρώει» και νεκρώνει σιγά σιγά τους ελληνικούς πλατάνους έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις. Η ασθένεια η οποία πρωτοεμφανίστηκε πριν από περίπου οκτώ χρόνια σε αιωνόβια δέντρα στη Μεσσηνία έχει ως σήμερα καταστρέψει εκατοντάδες άλλα, τόσο στην Πελοπόννησο όσο και σε περιοχές της Θεσπρωτίας. Σε ευρεία σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, υπό την προεδρία του υφυπουργού κ. Θ. Μωραΐτη, αποφασίστηκε η άμεση λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της καταστρεπτικής ασθένειας του πλατάνου προτού πλήξει και άλλες περιοχές της χώρας.
«Το πλατάνι αποτελεί ένα ενδημικό είδος που απαντάται σε όλη την Ελλάδα και είναι συνδεδεμένο τόσο με το φυσικό όσο και με το ανθρωπογενές περιβάλλον της χώρας.Καταβάλλονται όλες οι προσπάθειες να περιοριστεί η ασθένεια και να αποκλειστεί το ενδεχόμενο εξάπλωσης του μύκητα» τόνισε ο κ. Μωραΐτης.
Ο κυριότερος παράγοντας διασποράς του μύκητα σε μεγάλες αποστάσεις, σύμφωνα με τους επιστήμονες του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, θεωρείται ο άνθρωπος. Μπορεί να μεταδοθεί σε υγιή φυτά με τα εργαλεία κλάδευσης και υλοτομίας και αυτό διότι τα σπόρια του μύκητα επιβιώνουν για πολλές ημέρες στα εργαλεία, ιδιαίτερα όταν αυτά δεν έχουν καθαριστεί. Νέες εστίες προσβολής μπορεί να δημιουργήσουν τα μηχανήματα εκσκαφής τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί σε ποτάμια ή δρόμους με προσβεβλημένα δένδρα και μπορεί να μεταφέρουν μολυσμένο χώμα ή κομμάτια προσβεβλημένου ξύλου. Ετσι εικάζεται ότι μολύνθηκαν οι πλάτανοι στη Θεσπρωτία.
Οι ειδικοί εφιστούν την προσοχή σε όσους προχωρούν σε υλοτομία ασθενών δένδρων. Οπως επισημαίνουν, πρέπει να διαχειρίζονται με ιδιαίτερη προσοχή το πριονίδι που προκύπτει από την υλοτομία και τον τεμαχισμό των μολυσμένων δένδρων διότι ενδέχεται να μεταφερθεί σε μεγάλες αποστάσεις με τον άνεμο, τα διερχόμενα αυτοκίνητα, ή ακόμη και με το νερό στα ποτάμια. Ο Ceratocystis platani παραμένει ενεργός στο κομμένο ξύλο ή στα νεκρωμένα από την ασθένεια δέντρα, ίσως και περισσότερο από δύο χρόνια. Η ασθένεια μπορεί να μεταδοθεί ακόμη και από κλαδιά προσβεβλημένων νεκρών δένδρων όταν σπάνε και μεταφέρονται στα ποτάμια και τους χειμάρρους
.
Στην Ελλάδα, όπως αναφέρει μιλώντας στο «Βήμα» ο ειδικός γραμματέας Δασών κ. Γ.Αμοργιανώτης, ο μύκητας ενδέχεται να έφτασε μέσω των εισαγόμενων φυτωρίων πλατάνου από την Ιταλία όπου η ασθένεια είναι ευρύτατα διαδεδομένη. Οπως λέει, ο μύκητας υπήρχε στις Ηνωμένες Πολιτείες και εικάζεται ότι μεταφέρθηκε στην Ευρώπη στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με τα κιβώτια των πυρομαχικών. «Στην Ιταλία εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη δεκαετία του ΄70 και στη χώρα μας πριν από μια οκταετία» σημειώνει ο κ. Αμοργιανώτης. Υπάρχει επίσης και το σενάριο, το οποίο μένει να αποδειχθεί επιστημονικά, ότι ο μύκητας μεταφέρθηκε στην Ελλάδα με έντομα, πουλιά, ακόμη και τρωκτικά. Σύμφωνα με τον κ. Αμοργιανώτη, τα μέτρα που μπορεί να πάρουν οι αρμόδιες υπηρεσίας είναι μόνο προληπτικά. Και αυτό διότι δεν υπάρχει φυτοφάρμακο που να μπορεί να σώσει έναν προσβεβλημένο πλάτανο. Καταπολέμηση με χημικά γίνεται μόνο για να μην επεκταθεί η ασθένεια στα διπλανά, αν και πάλι το αποτέλεσμα είναι αμφίβολο καθώς ο μύκητας μεταδίδεται με την επαφή και αναστόμωση των ριζών τους. Οπως εξηγεί ο ίδιος, το ριζικό σύστημα των πλατάνων σε περιοχές όπου αναπτύσσονται ο ένας δίπλα στον άλλο (σε ποταμούς ή χειμάρρους) μπλέκεται.
Το ΥΠΕΚΑ προκειμένου να ανακόψει την εξάπλωση του θανατηφόρου για τα πλατάνια μύκητα σε πρώτη φάση αποφάσισε να προχωρήσει στην αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης σε όλη τη Ελλάδα με τη λήψη κατάλληλων δειγμάτων τα οποία θα αποσταλούν σε φυτο-υγειονομικούς ελεγκτές ώστε να καταγραφούν όλες οι επιμολυσμένες εστίες, καθώς και σε εκείνες που έχουν σοβαρές πιθανότητες να νοσήσουν. Αμεσα θα αποσταλεί στις Δασικές Υπηρεσίες εγκύκλιος με οδηγίες προκειμένου να εφαρμόσουν τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης και καραντίνας όπου απαιτείται. Ακόμη θα καταρτιστεί πρόγραμμα για την υγειονομική καταστροφή των προσβεβλημένων δένδρων ώστε να προστατευθούν τα υγιή πλατάνια.
Η ασθένεια στην αρχή εκδηλώνεται με την εμφάνιση αραιού φυλλώματος και συμπτωμάτων μικροφυλλίας σε ένα ή περισσότερα κλαδιά. Συχνά τα φύλλα μαραίνονται και ορισμένα κλαδιά νεκρώνονται. Τα συμπτώματα αυτά παρατηρούνται συνήθως την άνοιξη και το καλοκαίρι. Σε αρκετές περιπτώσεις, την άνοιξη, νέοι βλαστοί ξαφνικά μαραίνονται και νεκρώνονται λίγο μετά το άνοιγμα των οφθαλμών. Στα κλαδιά και τον κορμό των προσβεβλημένων δέντρων παρατηρείται νέκρωση του φλοιού και δημιουργία ελκών. Εν τούτοις, σε δέντρα με τραχύ φλοιό τα έλκη είναι δυσδιάκριτα και γίνονται εμφανή μόνο μετά την αποκόλληση του φλοιού στο σημείο του έλκους.
Σύμφωνα με τους ειδικούς του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, στο τμήμα του κορμού ή του κλαδιού το οποίο δεν έχει νεκρωθεί, μετά την αφαίρεση του φλοιού παρατηρούνται στο ξύλο επιμήκεις λωρίδες, χρώματος κυανόμαυρου, οι οποίες έχουν σχήμα ελλειπτικό. Οι λωρίδες αυτές είναι το πλέον χαρακτηριστικό διαγνωστικό σύμπτωμα της ασθένειας. Πολύ συχνά το προσβεβλημένο ξύλο σε ζώντα δένδρα αναδίδει μια χαρακτηριστική μυρωδιά φρούτων (μπανάνας ή ανανά). Αρκετές φορές όμως η μυρωδιά αυτή δεν ανιχνεύεται εύκολα, επειδή έχουν εισβάλει άλλοι μικροοργανισμοί που έχουν αλλοιώσει το ξύλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου