ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ | Κυριακή 20 Ιουνίου 2010 ΤΟ ΒΗΜΑ
Πριν από έναν-ενάμιση μήνα η προσφυγή της κυβέρνησης στον μηχανισμό στήριξης της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΔΝΤ είχε παρουσιαστεί περίπου σαν το μουρουνόλαδο. Δυσάρεστη αλλά χρήσιμη. Ακόμη θυμάμαι διάφορους σκερβελέδες που ζητούσαν να μη δαιμονοποιούμε το ΔΝΤ και εξηγούσαν ότι όλα όσα επιβληθούν στην ελληνική κοινωνία είναι ούτως ή άλλως απαραίτητο να γίνουν.
Οσοι ξέραμε γελούσαμε πικρά. Διότι η Ελλάδα δεν είναι η πρώτη ούτε η τελευταία χώρα που ετέθη από τους δανειστές της σε διαδικασία κοινωνικής εκκαθάρισης. Και όπου και αν συνέβη αυτό, τα αποτελέσματα ήταν το ίδιο καταστρεπτικά.
Τώρα, ενάμιση μήνα αργότερα, η θεωρία του μουρουνόλαδου επιβεβαιώθηκε κατά το ήμισυ. Είδαμε το δυσάρεστο, περιμένουμε ακόμη το χρήσιμο.
Και το περιμένουμε με κακά προαισθήματα. Η τελευταία δημοσκόπηση της ΜRΒ αποκαλύπτει μια χώρα να βυθίζεται στην απογοήτευση και στην κατάθλιψη, ένα κομματικό σύστημα να κινείται στα όρια της κατάρρευσης και μια πολιτική ηγεσία η οποία δεν πείθει ούτε για τις προθέσεις της ούτε για την επάρκειά της. Εξ ου και μια ελεύθερη πτώση με πρωτοφανείς ρυθμούς.
Κάπως έτσι η ελληνική κοινωνία βαδίζει από τη σπορά των ανέμων στον θερισμό των θυελλών. Οχι επειδή φταίει το ΔΝΤ αλλά επειδή το ΔΝΤ ήταν η λάθος συνταγή για να αντιμετωπιστεί η συγκεκριμένη κατάσταση.
Να ξεκαθαρίσω κάτι. Συμφωνώ και εγώ ότι αρκετά από όσα περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο δεν είναι μόνο αναγκαία αλλά και χρήσιμα. Οχι όλα, βεβαίως. Αλλά πολλά. Απαντούν σε καθυστερήσεις και στρεβλώσεις δεκαετιών, υπενθυμίζουν αυτά που θα έπρεπε να είχαν γίνει και ουδέποτε δρομολογήθηκαν. Αλλά το βασικό πρόβλημα του Μνημονίου και των εμπνευστών του δεν βρίσκεται εκεί. Βρίσκεται στη μέθοδο. Μια μέθοδο ακραίας επιβολής ακραίων λύσεων η οποία συνήθως απαξιώνει ακόμη και τη σωστή βάση των αλλαγών που χρειάζονται.
Παράδειγμα. Είναι προφανές ότι το ασφαλιστικό σύστημα και κατ΄ επέκταση όλο το προνοιακό κράτος στη χώρα μας χρειαζόταν μια επείγουσα γενική επιδιόρθωση. Είναι εξίσου προφανές ότι το πλέγμα των εργασιακών σχέσεων χρειαζόταν μια επαναδιατύπωση που θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής. Να, λοιπόν, δύο μεταρρυθμίσεις όχι μόνο αναγκαίες αλλά και χρήσιμες.
Πώς θα έλθουν σε πέρας;
Η μία μέθοδος περνάει μέσα από την οικοδόμηση ευρύτερων συναινέσεων γύρω από το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης. Νομίζω ότι ο ελληνικός λαός ήταν και ώριμος και πρόθυμος να το επιχειρήσει.
Η δεύτερη μέθοδος είναι η επιβολή του «σωστού» εκ των άνω. Η μέθοδος του ΔΝΤ. Το οποίο πρώτα επιλέγει ένα ακραίο «σωστό» (π.χ., απελευθέρωση των απολύσεων...) και μετά το επιβάλλει στην κοινωνία μέσα από μια διαδικασία ισχύος.
Αποτέλεσμα; Η μέθοδος ΔΝΤ εξελίσσεται σε μια αυταρχική και συγκρουσιακή διαδικασία, η οποία συσπειρώνει απέναντί της ακόμη και εκείνους που κατ΄ αρχήν είχαν συνειδητοποιήσει την ανάγκη μεταρρυθμίσεων και αλλαγών. Σε αυτόν ακριβώς τον κυκεώνα έχει μπλέξει σήμερα η κυβέρνηση: συμφώνησε σε ένα πρόγραμμα και παραγνώρισε μιαμέθοδο.
Ετσι η Ελλάδα καλείται σήμερα να ελαστικοποιήσει τις εργασιακές σχέσεις (κάτι ενδεχομένως χρήσιμο...) αλλά σε μια συγκυρία υψηλής ύφεσης, άρα αυξανόμενης ανεργίας. Η ύφεση θα σπρώξει σε απολύσεις, οι απολύσεις σε ανεργία και η ανεργία σε μεγαλύτερη ύφεση - ένας φαύλος κύκλος με τεράστιο κόστος και χωρίς προοπτική.
Ερώτημα κρίσεως. Οπως όλα δείχνουν, τον ερχόμενο χειμώνα θα ζούμε σε μια χώρα η οποία θα βαδίζει σε τρίτη συνεχόμενη χρονιά ύφεσης, με υψηλό πληθωρισμό, με αυξανόμενη ανεργία, με δυσθεώρητο χρέος και με ένα εξαιρετικά περιοριστικό δημοσιονομικό πρόγραμμα. Ισως το καθένα από μόνο του να μην ήταν τόσο απειλητικό. Το μείγμα τους όμως είναι εκρηκτικό.
Ιδίως όταν η εκρηκτικότητά του δοκιμαστεί σε μια θυμωμένη και απογοητευμένη κοινωνία, σε ένα πολιτικό σύστημα που παραπαίει και σε μια πολιτική ηγεσία που δεν καταφέρνει να εμπνεύσει τη στοιχειώδη εμπιστοσύνη- όπως θα έλεγε και η ΜRΒ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου