του Ν.Κοτζιά, από την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 1/8/2010
Προκειμένου μια πλειοψηφία να μην προωθεί αυθαίρετες πολιτικές, κάθε κοινωνία, από την εποχή των αθηναϊκών «γραφών παρανόμων» και «ψηφισμάτων», ξεχώριζε ανάμεσα σε αποφάσεις που αφορούσαν την τρέχουσα πολιτική πρακτική (σήμερα νόμοι) και δεσμευτικές αποφάσεις που αναφέρονταν στα θεμέλια λειτουργίας της (σύνταγμα).
Τα συντάγματα υπόκεινται σε σύνθετες διαδικασίες αναθεώρησης, ακριβώς για να μην μπορεί μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία να αλλάζει κατά το δοκούν τα δικαιώματα των πολιτών καθώς και τα ίδια τα θεμέλια λειτουργίας της πολιτείας. Το σύνταγμα, λοιπόν, διασφαλίζει τα μακροχρόνια δικαιώματα της κοινωνίας και αποτελεί μοχλό αποτροπής εμφάνισης φαινομένων πολιτικού βοναπαρτισμού. Αποτρέπει την αλλαγή των θεμελίων της συμφωνίας που έχουν κάνει πολίτες και κοινωνία από μια συγκυριακή πλειοψηφία, όταν, μάλιστα, αυτή έχει λάβει ψήφο από τους πολίτες προκειμένου να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα που διαφέρει από όσα πράττει.
Η παρούσα κυβέρνηση είναι μια κυβέρνηση ισχυρής σχετικής πλειοψηφίας ψήφων, αλλά δεν είναι πραγματική πλειοψηφία (50%+1) εντός του εκλογικού σώματος. Ταυτόχρονα, εφαρμόζει μια πολιτική για την οποία δεν υπήρξε προεκλογικά συμφωνία με τους πολίτες. Η κυβέρνηση ορισμένες στιγμές δείχνει να αδιαφορεί για τη γενική βούληση των πολιτών, διότι πιστεύει ότι εκείνη (και μόνο) γνωρίζει, καθότι βρίσκεται σε «αποστολή σωτηρίας» της χώρας (μάλλον και ορισμένων μεγάλων επιχειρηματιών της χώρας). Με βάση αυτή την «αποστολή» τείνει όλο και περισσότερο να παραβιάζει δημοκρατικούς κανόνες. Το όπλο της κοινωνίας απέναντι σε αυτή την κυβερνητική νοοτροπία, προκειμένου να προστατευτεί από τυχόν εξουσιαστικές αυθαιρεσίες, είναι το σύνταγμα.
Υπό ορισμένες συνθήκες, υπεράνω του συντάγματος μπορεί να τεθούν συμφωνίες υπερεθνικών πλαισίων, όπως αυτή της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ (αργότερα Ε.Ε.). Γι' αυτό, η επικύρωση τέτοιων συμφωνιών από το εθνικό Κοινοβούλιο απαιτεί αυξημένες πλειοψηφίες. Εδώ άρχισαν τα κόλπα της κυβέρνησης. Οντας ανασφαλής αν θα μπορούσε να διασφαλίσει για το μνημόνιο που συνήψε μια τέτοια πλειοψηφία στη Βουλή, το ενέκρινε στη Βουλή όχι ως διεθνή συμφωνία, που θα μπορούσε να διεκδικήσει ειδική βαρύτητα έναντι συνταγματικών διατάξεων, αλλά ως εσωτερικό νόμο. Ο κάθε νόμος, όμως, οφείλει να ικανοποιεί τις προβλέψεις του συντάγματος και όχι να τις παραβιάζει κατά το δοκούν, διότι υπόκειται των διατάξεων του συντάγματος. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε ανάγκη διαχωρισμού ανάμεσα σε σύνταγμα και νόμο.
Τι πράττει η κυβέρνηση εκ του πονηρού; Γνωρίζει καλά ότι πέρασε το μνημόνιο στη Βουλή ως νόμο. Δεν διέθετε πλειοψηφία για κάτι άλλο. Ομως, από εκείνη τη στιγμή και πέρα, το επικαλείται ως να είχε εγκριθεί από τη Βουλή ως διεθνής συμφωνία. Η κυβέρνηση, στη συνέχεια, προκειμένου να στηρίξει την κοινωνική πάλη που διεξάγει από τα πάνω σε βάρος των αδύναμων, επιλέγει ευθέως τη νομική μανούβρα: εμφανίζει τον νόμο για το μνημόνιο ως δέσμευση που υπερέχει εξ ορισμού των άλλων νόμων και του συντάγματος. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι τοιουτοτρόπως πράττει αντισυνταγματικά. Αλλά δεν τη νοιάζει. Διότι σκέφτεται τώρα σε ένα δεύτερο επίπεδο: Γνωρίζει ότι πολλά μέτρα της θα πέσουν στα δικαστήρια. Επιδιώκει, όμως, να έχει προλάβει να τα εφαρμόσει πριν τελεσιδικήσουν δικαστικά. Και δεν σκέφτεται, δυστυχώς, ότι με αυτά της τα καμώματα, στο όνομα των τρεχουσών αναγκών της πολιτικής της, υποσκάπτει μακροχρόνια θεσμούς και δημοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου