από τα ΕΠΙΚΑΙΡΑ
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και επιβεβαιώνουν τις χειρότερες προβλέψεις. Η διογκούμενη υστέρηση των εσόδων διαλύει τις ελπίδες ότι η οικονομία μπορεί να εισέλθει σε φάση σταθεροποίησης. Όσο περνά ο καιρός τόσο καθίσταται εξόφθαλμο αυτό που στην πραγματικότητα φαινόταν από την αρχή. Σε συνθήκες διεθνούς οικονομικής κρίσης και με μια πολιτική που βυθίζει την ελληνική οικονομία στο φαύλο κύκλο της ύφεσης, το δημόσιο χρέος δεν είναι εξυπηρετήσιμο. Μπορεί ο Γιώργος Παπανδρέου να δηλώνει συνεχώς ότι δεν τίθεται θέμα αναδιάρθρωσης, αλλά στην πραγματικότητα οι δηλώσεις του μοιάζουν περισσότερο με μάταιο εξορκισμό. Και μάλιστα για εξορκισμό μιας διαδικασίας, η οποία είναι προς όφελος της ελληνικής οικονομίας.
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη μία διευκρίνιση: Αναδιάρθρωση δεν σημαίνει υποχρεωτικά στάση πληρωμών ή μονομερές «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων. Μια τέτοια κίνηση θα είχε πράγματι εξαιρετικά αρνητικές παρενέργειες. Εξ ου και την προτείνει μια μικρή μειοψηφία. Αναδιάρθρωση, όμως, είναι και η επιδίωξη μιας συμφωνίας με τους δανειστές για άμεσο ή έμμεσο «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων. Άμεσο «κούρεμα» είναι η έκπτωση στην ονομαστική αξία τους. Έμμεσο είναι η επιμήκυνση της αποπληρωμής τους με μια σημαντική μείωση του επιτοκίου.
Η Αθήνα όφειλε να θέσει θέμα αναδιάρθρωσης ταυτοχρόνως με την υπογραφή του Μνημονίου. Προφανώς, το αίτημα δεν θα γινόταν αυτομάτως δεκτό από τους δανειστές. Η Αθήνα, όμως, μπορούσε όχι μόνο να θέσει το αίτημά της, αλλά και να το δημοσιοποιήσει. Θα ασκούσε ισχυρή πίεση στην τρόικα να το υιοθετήσει και να διαπραγματευτεί αυτή με τους δανειστές, ειδικά όταν είχε τεθεί σε εφαρμογή και το σκληρό –και αδιέξοδο– Μνημόνιο. Ο Παπανδρέου δεν το έπραξε. Ας το πράξει τώρα. Είναι κοινό μυστικό, άλλωστε, ότι και η Ευρωζώνη και το ΔΝΤ έχουν αρχίσει να συζητούν πια αυτό το ενδεχόμενο.
Ελάχιστοι πλέον πιστεύουν πως η οικονομία μπορεί να αναταχθεί χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους. Ο Economist και το Spiegel ήρθαν να πουν δυνατά αυτό που οι ίδιες οι Αγορές θεωρούν αναπόφευκτο. Ας σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποδέχεται ως ενέχυρο τα ελληνικά ομόλογα μ’ ένα γερό «κούρεμα». Επίσης, στη δευτερογενή αγορά τα ελληνικά ομόλογα διαπραγματεύονται «κουρεμένα». Με άλλα λόγια, και η Ευρωζώνη και οι Αγορές έχουν σε μεγάλο βαθμό προεξοφλήσει την αναδιάρθρωση.
Ο Παπανδρέου έχει αναγορεύσει την ανα διάρ θρωση σ’ ένα είδος εθνικής καταστροφής, προβάλλοντας αβάσιμα επιχειρήματα. Αν και αναδιάρθρωση δεν σημαίνει υποχρεω τικά άμεσο «κούρεμα», αυτός καταχρηστικά τα ταυτίζει. Ισχυρίζεται ότι το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων είναι απορριπτέο, επειδή θα προκαλούσε μοιραίο πλήγμα στα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία. Ο πρωθυπουργός αποφεύγει να αναφέρει τις ελληνικές τράπεζες, αλλά είναι προφανές ότι έχει κι αυτές στο μυαλό του. Σε ελληνικά χέρια βρίσκεται ένα σημαντικό πλην μειοψηφικό ποσοστό του χρέους. Το κράτος έχει τη δυνατότητα να επιστρέψει με μορφή στήριξης όσα θα χάσουν τα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία και οι ελληνικές τράπεζες από το «κούρεμα», μηδενίζοντας στην πράξη τις ζημίες τους. Και πάλι το πραγματικό όφελος για το Δημόσιο θα είναι δεκάδες δισεκατομμύρια.
Το επιχείρημα του πρωθυπουργού, λοιπόν, δεν στέκει. Το δεύτερο επιχείρημα είναι ότι η Ελλάδα δεν θα μπορεί να δανειστεί από τις Αγορές. Η Ελλάδα, όμως, είναι εκτός Αγορών κι όλα δείχνουν ότι θα περάσει πολύς χρόνος προτού επανέλθει. Αποφεύγει τη χρεο κοπία, επειδή βρίσκεται στα «μηχανήματα». Σ’ αυτές τις συνθήκες, μια γενναία αναδιάρθρωση δεν θα μείωνε μόνο το βαρύ φορτίο της καταβολής τόκων· σε συνδυασμό με ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα εξυγίανσης και ανάταξης της οικονομίας, θα έδινε και ένα ψυχολογικό πλεονέκτημα, με την έννοια ότι γίνεται μια νέα αρχή. Οι Αγορές απεχθάνονται περισσότερο την αβεβαιότητα και το ενδεχόμενο μιας ανεξέλεγκτης κατάρρευσης από μια αναδιάρθρωση, η οποία θα καθιστούσε το χρέος εξυπηρετήσιμο.
Η απόρριψη κάθε συζήτησης για αναδιάρθρωση, σε συνδυασμό με την ασκούμενη πολιτική, είναι προφανές πια πως παροξύνει την κρίση, χωρίς να εξυγιαίνει τα δημόσια οικονομικά. Ο Παπανδρέου, όμως, παραμένει προσκολλημένος σε μια αδιέξοδη πορεία. Στην πραγματικότητα, έχει παραδοθεί άνευ όρων. Ο λόγος που αρνείται τη συμφωνημένη αναδιάρθρωση είναι ότι η τρόικα δεν του έχει ανάψει ακόμα το «πράσινο φως». Κάθε καθυστέρηση, όμως, βλάπτει πολλαπλώς την Ελλάδα. Οι ξένες τράπεζες δικαιολογημένα προσπαθούν να πληρωθούν στο ακέραιο όσο γίνεται περισσότερα από τα ληξιπρόθεσμα ελληνικά ομόλογα. Η Αθήνα τα πληρώνει με τα 110 δις που δανείζεται από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ. Η κρίσιμη διαφορά είναι ότι, ενώ τα ομόλογα μπορούν να «κουρευτούν», τα 110 δις δεν «κουρεύονται».
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 14/4/11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου